Αλίκη Βουγιουκλάκη: 28 χρόνια από τον θάνατο της Εθνικής σταρ (ΒΙΝΤΕΟ)

Βουγιουκλάκη

Η ζωή της σημαντικής ηθοποιού της χώρας μας που σημάδεψε τον ελληνικό κινηματογράφο

Σαν σήμερα, πριν από 28 χρόνια, στις 23 Ιουλίου 1996, “έφυγε” από τη ζωή η αείμνηστη Αλίκη Βουγιουκλάκη, που έδινε πολύμηνη και δύσκολη μάχη της με τον καρκίνο του παγκρέατος.

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη άφησε πίσω της μεγάλη παρακαταθήκη στον ελληνικό κινηματογράφο και αυτό που έχει καταφέρει η ίδια μετά θάνατον δεν το έχει κάνει καμία άλλη προσωπικότητα.

Η Αλίκη, με το χαμόγελο που δεν έσβησε ποτέ, σημάδεψε μια ολόκληρη καλλιτεχνική εποχή με την προσωπικότητα και το ταλέντο της, τα οποία δεν έχουν ξεχαστεί μέχρι σήμερα.

Η καριέρα της

Η Αλίκη Βουγιουκλάκη έκανε το θεατρικό της ντεμπούτο το 1953 ενώ ήταν δευτεροετής μαθήτρια της Δραματικής του Εθνικού, ενώ τον επόμενο χρόνο πραγματοποίησε το κινηματογραφικό της ντεμπούτο. Πρωταγωνίστησε σε 42 κινηματογραφικές ταινίες, μεταξύ των οποίων και ορισμένες διεθνείς παραγωγές, οι περισσότερες των οποίων έγιναν εισπρακτικές επιτυχίες. Της είχε αποδοθεί ο χαρακτηρισμός «εθνική σταρ» της Ελλάδας, ο οποίος την ακολουθεί έως σήμερα.

Η Αλίκη Σταματίνα Βουγιουκλάκη γεννήθηκε στις 20 Ιουλίου 1934 στο Μαρούσι Αττικής από τον Ιωάννη Βουγιουκλάκη, δικηγόρο και πρώην Νομάρχη Αρκαδίας (8/1941 – 6/1943) και την Αιμιλία Κουμουνδούρου δισέγγονη του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κουμουνδούρου. Οι γονείς της παντρεύτηκαν στις 22 Οκτωβρίου 1933. Κατάγεται από το χωριό Λάγια της Μάνης. Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής ο πατέρας της δολοφονήθηκε το 1943. Ο θάνατος του πατέρα της στοίχισε πολύ, δεν είχε πλέον την πατρική στοργή και η μητέρα της ανέλαβε μόνη της υπό αντίξοες συνθήκες να μεγαλώσει τα τρία της παιδιά: την Αλίκη (1934-1996), τον Αντώνη (1936) και τον Τάκη (1939-2021).

Το 1952, έδωσε κρυφά από την οικογένειά της εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου, από την οποία αποφοίτησε τρία χρόνια μετά με Λίαν Καλώς. Προτού ακόμη αποφοιτήσει από τη Σχολή ξεκίνησε τη σταδιοδρομία της στο θέατρο. Στον πρώτο της θεατρικό ρόλο υποδύθηκε τη Λουιζόν στο έργο Ο κατά φαντασίαν ασθενής του Μολιέρου το 1953, ενώ η πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση έγινε στην ταινία Το ποντικάκι το 1954.

Κατά τη διάρκεια της φοίτησής της στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου συμμετείχε χωρίς επίσημη άδεια της Σχολής στην παράσταση Ρωμαίος και Ιουλιέτα, όπου κλήθηκε να αντικαταστήσει εκτάκτως την Άννα Συνοδινού, αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές. Ωστόσο, λόγω του ότι φοιτούσε ακόμη συζητήθηκε από τον σύλλογο των διδασκόντων της Σχολής η περίπτωση της αποπομπής της, αυτός ήταν και ο λόγος που δεν έλαβε το αριστείο, λόγω της αυστηρής – τιμωριτικής βαθμολόγησής της από τον Δημήτρη Χορν.

Ο Καρθαίος είχε ισχυριστεί πως δέχθηκε την επίσκεψη της θείας του Νίκου Χατζίσκου, η οποία του ζήτησε να επιτρέψει ως διευθυντής της Σχολής να παίξει η Βουγιουκλάκη στις παραστάσεις του Εθνικού Κήπου. Ο διευθυντής είπε πως ο κανονισμός της Σχολής δεν το επέτρεπε, κάτι που δεν διαβιβάστηκε σωστά στη Βουγιουκλάκη, η οποία παραπλανήθηκε και χωρίς να αντιμετωπίσει το ζήτημα υπεύθυνα, συμμετείχε στις παραστάσεις. Η Βουγιουκλάκη αιτήθηκε συγχώρεση από το συμβούλιο των καθηγητών, επικαλούμενη πως στο παρελθόν είχε αρνηθεί πρόταση συμμετοχής της σε παράσταση του θιάσου της Μαρίκας Κοτοπούλη. Τελικά ο Καρθαίος πρότεινε την επιεική κρίση της, κάτι στο οποίο συμφώνησε και ο Δημήτρης Ροντήρης. Σύντομα καθιερώθηκε στον χώρο λόγω της εξαιρετικής δημοτικότητας που απέκτησε στο ευρύ κοινό.

Δείτε επίσης: Σπάνιο βίντεο με την Αλίκη Βουγιουκλάκη το Πάσχα του 1992

Το 1960, κέρδισε το βραβείο ερμηνείας Α’ γυναικείου ρόλου στο 1ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την ερμηνεία της στην ταινία Μανταλένα, σε σκηνοθεσία Ντίνου Δημόπουλου, ενώ η ίδια ταινία εκπροσώπησε την Ελλάδα στο διεθνές κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών, όπου άφησε πάρα πολύ καλές εντυπώσεις. Στο ίδιο φεστιβάλ βραβεύτηκε στο αναδρομικό αφιέρωμα (ρετροσπεκτίβα) η ταινία του 1959 Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο, όπου επίσης πρωταγωνιστούσε η Αλίκη.

Το 1961, η Βουγιουκλάκη συγκρότησε τον δικό της θίασο, με τον οποίο ανέβασε εκείνο τον χειμώνα το έργο Ωραία μου κυρία, ξεκινώντας από τη Θεσσαλονίκη. Το 1962 ανέβασε το Καίσαρ και Κλεοπάτρα του Τζορτζ Μπέρναρντ Σω με γνωστούς συμπρωταγωνιστές και μουσική επιμέλεια του Μάνου Χατζιδάκι, εντούτοις η παράσταση δεν πήγε καλά, επηρεασμένη από δυσμενείς κριτικές στον Τύπο, και κατέβηκε πολύ σύντομα. Ακολούθησαν με μεγαλύτερη επιτυχία τα έργα Χτυποκάρδια στο Θρανίο το 1962 (η πασίγνωστη κινηματογραφική μεταφορά έγινε το 1963), Περάστε την Πρώτη του Μηνός το 1963 κ.ά.

Το 1963, θέλοντας να δώσει διεθνή ώθηση στην καριέρα της πρωταγωνίστησε με Βρετανούς συμπρωταγωνιστές στην αγγλόφωνη ταινία Aliki my love (στην Ελλάδα προβλήθηκε το 1964 ως Αλίκη), η οποία όμως δεν είχε την προσδοκώμενη επιτυχία. Αργότερα γνωρίστηκε με τον Φιλοποίμενα Φίνο και άρχισε μια μόνιμη συνεργασία με την εταιρεία του, τη Φίνος Φιλμ.

Μαζί έκαναν μερικές από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες του ελληνικού κινηματογράφου, ανάμεσά τους τις ταινίες: Αστέρω, Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο, Μανταλένα, Το κλωτσοσκούφι, Η Αλίκη στο ναυτικό, Η Λίζα και η άλλη, Η ψεύτρα, Το δόλωμα, Η αρχόντισσα κι ο αλήτης, Η δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά, Η νεράιδα και το παλικάρι, Υπολοχαγός Νατάσσα, Η κόρη του ήλιου, Η Μαρία της σιωπής, Ένα αστείο κορίτσι, Σ’ αγαπώ κ.ά. Επιπλέον, πρωταγωνίστησε σε δημοφιλείς ταινίες άλλων εταιρειών όπως: Μοντέρνα Σταχτοπούτα, Η σωφερίνα, Χτυποκάρδια στο θρανίο, Το πιο λαμπρό αστέρι, Η κόρη μου η σοσιαλίστρια, Αχ! Αυτή η γυναίκα μου, Διπλοπενιές κ.ά.

Οι κινηματογραφικοί ρόλοι άλλοτε της χαριτωμένης σκανδαλιάρας μαθήτριας, άλλοτε του πλουσιοκόριτσου που επαναστατεί εναντίον του πλούσιου πατέρα της, άλλοτε της φτωχής και ασήμαντης κοπέλας που καταφέρνει να ανέβει κοινωνικά, να επιτύχει και να δοξαστεί, είχαν και συνεχίζουν να έχουν μεγάλη απήχηση στο κοινό, εξασφαλίζοντας στην ηθοποιό σπάνια δημοτικότητα, ενώ η ταινία Υπολοχαγός Νατάσσα ήταν η μεγαλύτερη εισπρακτική επιτυχία στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου για τρεις δεκαετίες, με τις δύο επόμενες εισπρακτικές κινηματογραφικές επιτυχίες να ανήκουν επίσης στην Αλίκη Βουγιουκλάκη.

Σε απόλυτους αριθμούς, οι ταινίες της εξακολουθούν να είναι οι πιο εμπορικές στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου, μιας και εκείνη την εποχή ως εισιτήρια πρώτης προβολής καταμετρούσαν αυστηρά τα εισιτήρια που είχαν κοπεί μόνο στην Αθήνα και μόνο τις πρώτες 2 εβδομάδες προβολής, και όχι όπως σήμερα σε όλη την επικράτεια επί 6 ή 8 εβδομάδες.

Η σημαντική εμπορική κάμψη που σημείωσε από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο ελληνικός κινηματογράφος ώθησε την Αλίκη να ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά με το θέατρο, ανεβάζοντας συνολικά πάνω από 53 θεατρικές παραστάσεις. Το 1975 άλλαξε τον μέχρι τότε τρόπο ανεβάσματος των μιούζικαλ, φέρνοντας στην Ελλάδα τα μιούζικαλ-υπερπαραγωγή, με το έργο του Νιλ Σάιμον Καμπίρια. Ανέβασε επίσης με τεράστια επιτυχία και άλλα έργα του είδους, όπως τα Καμπαρέ, Ωραία μου Κυρία, Εύθυμη Χήρα, Άννυ, Εβίτα, Βίκτωρ-Βικτώρια, και τελευταίο το μιούζικαλ Η Μελωδία της Ευτυχίας. Στο μιούζικαλ Εβίτα το οποίο αποτέλεσε και τη μεγαλύτερη θεατρική της επιτυχία οι Άγγλοι κριτικοί της απένειμαν μια τιμητική πλακέτα ως την καλύτερη Εβίτα – ηθοποιό του κόσμου ενώ ο σερ Λόρενς Ολίβιε στο βιβλίο που έγραψε για τις παραστάσεις που έχει δει ανά τον κόσμο την αναφέρει ως την καλύτερη και πιο λαμπερή ηθοποιό που έχει δει να παίζει το ρόλο της Εβίτα.

Η προσωπική ζωή της Αλίκης Βουγιουκλάκη

Ο Αλέξης Σολομός, δάσκαλός της στη Δραματική Σχολή, υπήρξε ο πρώτος της μεγάλος έρωτας.

Γύρω στο 1960 έζησε ένα κρυφό ειδύλλιο με τον διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο.

Στις 18 Ιανουαρίου 1965 παντρεύτηκε τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, συμφοιτητή της στη Δραματική Σχολή, ο οποίος –όπως η ίδια εξομολογήθηκε αργότερα– ήταν ένα μεγάλο κεφάλαιο στη ζωή της. Κουμπάροι ήταν ο Βίκτωρ Μιχαηλίδης, ο Θεοφάνης Δαμασκηνός και ο Δημήτρης Μακρίδης. Το γλέντι που ακολούθησε άφησε εποχή. Οι δυο τους πρωταγωνίστησαν σε πολλά κινηματογραφικά και θεατρικά έργα, από τα πιο εμπορικά και πετυχημένα στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου. Στις 4 Ιουνίου 1969 γεννήθηκε ο γιος τους, Γιάννης. Στις 5 Ιουλίου 1975 οι δύο ηθοποιοί πήραν διαζύγιο λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων.

Η Αλίκη έκανε έναν δεύτερο γάμο, παντρεύτηκε έπειτα από πέντε χρόνια σχέσης τον Κύπριο επιχειρηματία Γιώργο Ηλιάδη στις 25 Ιανουαρίου 1982, ωστόσο ο γάμος αυτός δεν κράτησε πολύ κι έμεινε μυστικός ακόμα και χρόνια μετά τη λήξη του. Ο γάμος τελέστηκε στο παρεκκλήσι του Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών και το αποκάλυψε το 1993 η ίδια σε συνέντευξή της στον Νίκο Χατζηνικολάου στην τηλεοπτική εκπομπή Ενώπιος ενωπίω. Ηταν σε σχέση με τον δημοσιογράφο Μάριο Πλωρίτη. Στην παράσταση Εβίτα την περίοδο 1981-1982 γνώρισε τον Βλάσση Μπονάτσο, η σχέση με τον οποίο διήρκεσε από τον Απρίλιο του 1982 μέχρι τον Δεκέμβριο του 1987, σύμφωνα με τα περιοδικά της εποχής. Τελευταίος σύντροφος της ζωής της για οκτώ χρόνια (1988-1996) ήταν ο ηθοποιός Κώστας Σπυρόπουλος.

Το χρονικό της αρρώστιας και του θανάτου της

Τον Απρίλιο του 1996, την περίοδο που δίνονταν στη Θεσσαλονίκη οι παραστάσεις του τελευταίου θεατρικού της έργου «Η μελωδία της ευτυχίας», η Αλίκη Βουγιουκλάκη είχε έντονους πόνους στο στομάχι, τους οποίους πίστευε ότι προκαλούσαν τα πολλά αντιβιοτικά που πήρε εξαιτίας μιας βρογχίτιδας που την ταλαιπωρούσε εκείνο το διάστημα. Αφού έκανε εξετάσεις σε ένα ιατρικό διαγνωστικό κέντρο της Express Service στη Θεσσαλονίκη, διεγνώσθη κακοήθης όγκος στο ήπαρ. Μη έχοντας συνειδητοποιήσει τη σοβαρότητα της κατάστασης, συνέχισε για μια ακόμη εβδομάδα τις παραστάσεις στη Θεσσαλονίκη, τις οποίες τελικά διέκοψε στις 29 Απριλίου, οπότε δόθηκε και η τελευταία παράσταση του έργου.

Στην Αθήνα μια ομάδα τριών καθηγητών ιατρών διεπίστωσε την ύπαρξη καρκίνου καλπάζουσας μορφής και στο πάγκρεας, πέραν του όγκου στο ήπαρ. Στις 7 Μαΐου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη ταξιδεύει στο Μόναχο, όπου υποβάλλεται σε μια σειρά επιπλέον εξετάσεων κατά τη διάρκεια των τριών ημερών που έμεινε εκεί. Στις 9 Μαΐου, επιστρέφει στην Ελλάδα από το Μόναχο της Γερμανίας.

Στις 15 Μαΐου, η Αλίκη Βουγιουκλάκη κάνει το τελευταίο της ταξίδι στη Βοστώνη των Η.Π.Α. σε μια ύστατη προσπάθεια να αντιμετωπίσει το σοβαρό πρόβλημα της υγείας της.

Στις 19 Μαΐου επιστρέφει οριστικά στην Αθήνα και στις 22 Μαΐου μπαίνει στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών με δική της πρωτοβουλία.

Μετά από δυο μήνες νοσηλείας, η Αλίκη Βουγιουκλάκη πέθανε στις 23 Ιουλίου 1996 στο Ιατρικό Κέντρο Αθηνών μετά από τη σύντομη και άνιση μάχη που έδωσε με τον καρκίνο. Ο θάνατός της, μόλις τρεις μέρες μετά τα γενέθλιά της, βύθισε στο πένθος ολόκληρο τον Ελληνισμό.

Στις 25 Ιουλίου 1996, η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στον Καθεδρικό Ναό Αθηνών και η ταφή της πραγματοποιήθηκε από το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών δημοσία δαπάνη, παρουσία πολλών συναδέλφων της αλλά και απλού κόσμου, παρά την αποπνικτική ζέστη που επικρατούσε.

Πηγή: Βικιπαίδεια